Tag Archives: Βέγγος

Θανάσης Βέγγος: αναζητώντας τα στοιχεία του μύθου του

vegos11

Η Ελλάδα του Βέγγου, η Ελλάδα του Λάκη Σάντα φαίνεται να μην υπάρχει πια. Τι είναι άραγε αυτή η παράξενη νοσταλγία που μας κατακλύζει με τον θάνατο ανδρών επιφανών στην Ελλάδα του Μνημονίου, αναζητώντας ασπρόμαυρες μνήμες προσωπικής γενναιότητας, ευθύτητας, την κοσμογονία της ευφρόσυνης έκρηξης που εξέφρασε ο απίστευτος αυτός άνθρωπος του κινηματογράφου, ιδιαίτερα στις λίγες ταινίες που κατάφερε να υπογράψει ως σκηνοθέτης και παραγωγός… Το 1984, στην Ελλάδα του πασοκικού εκμαυλισμού, του “Αντρέα” και του Χάρρυ Κλυνν, ο Χρήστος Βακαλόπουλος συζητούσε στο περιοδικό «Αντί» με τον Σωτήρη Κακίση, και ο πρώτος παρατηρούσε ότι “ο Βέγγος είναι σήμερα μια τίγρης που γυρίζει πολύ ανήσυχη μέσα στο κλουβί της. Δεν είναι συμφιλιωμένος. Τώρα είναι πολύ δύσκολο γι’ αυτόν, γιατί δεν έχει πίσω του το κοινό αίσθημα. Είναι μόνος».
Την ημέρα της κηδείας του, ο Δημήτρης Σεβαστάκης μιλούσε στην «Ελευθεροτυπία» για μια χώρα που έχει μεταβληθεί σε έναν «λάκκο από ματαιωμένους γερο-φάσιον βίκτιμ, από σκυλάδες με ασυντήρητα 4×4 και πολλά τσακισμένα ταλέντα», μια κοινωνία που «εδώ και δεκαετίες είχε προσχωρήσει στο πολιτιστικό υπόδειγμα της επίδειξης, του παροντισμού και της αδούλευτης και αντιπαραγωγικής φούσκας (…) ένας σκοτεινός ιδεοληπτικός απόπλους, από τη φτωχή πραγματικότητα στο φαντασιακό πουθενά». Ο πατέρας του Βέγγου δούλευε στο εργοστάσιο της Ηλεκτρικής Εταιρείας στο Νέο Φάληρο και με την αποχώρηση των Γερμανών συμμετέχει στη μάχη για τη διάσωσή του. Λίγο αργότερα θα απολυθεί από εκεί ως αριστερός… Ο γιος του Θανάσης, το 1948 εξορίζεται στη Μακρόνησο, όπου έμεινε για δύο χρόνια. Βέγγος και Κούνδουρος είχαν συναντηθεί στη Μακρόνησο, ο Κούνδουρος περιγράφει τη συνάντησή του “μ’ έναν εξαθλιωμένο φαντάρο, ένα ανθρώπινο κουρέλι…”, που ήταν ο νεαρός Βέγγος, ένα ανθρώπινο κουρέλι που έσπευσε να τον βοηθήσει φτιάχνοντάς του ένα ξύλινο κρεβάτι για μην πεθάνει από το κρύο πάνω στα βράχια της Μακρονήσου.
Σήμερα, εξήντα χρόνια μετά, ο Κούνδουρος περιγράφει την αλλαγή ρόλων και συμπεριφορών στη συνάντησή του με ένα άλλο ανθρώπινο κουρέλι, έπειτα από την τραυματική επίθεση που δέχτηκε μέσα στο σπίτι του… (συνέντευξη στον Γιάννη Ζουμπουλάκη, στο “Βήμα”): “Μετά το επεισόδιο βρέθηκα συνεπιβάτης στο αυτοκίνητο ενός φίλου δικηγόρου. Ήρθε ένας Πακιστανός να καθαρίσει τα τζάμια. Του λέει ο φίλος “όχι”. Εγώ, που είχα περάσει αυτά που είχα περάσει, του λέω “δώσ’ του κάτι του νεαρού, δεν πειράζει”. Του έδωσε λοιπόν ένα κέρμα. Το παίρνει ο Πακιστανός, το κοιτάζει και μας το πετά στα μούτρα. Πήδηξα έξω σαν να ‘μουν 18 χρόνων, τον έπιασα από τον σβέρκο και τον έσυρα με μια κακία, με ένα μίσος, στο αυτοκίνητο και του ‘πα ‘βρες το’. Από πίσω ο κόσμος έβλεπε την εικόνα ενός λευκού που έσουρνε έναν φουκαρά Πακιστανό σαν να ήταν σκύλος. Η εντύπωση που έδωσα ήταν ότι η λευκή ράτσα ταλαιπωρούσε έναν φουκαρά Πακιστανό σκύλο…”.
Επιστροφή στον άνθρωπο Βέγγο, που μετασχημάτισε εκείνο το ανθρώπινο κουρέλι της Μακρονήσου στον θρύλο του Θανάση Βέγγου, του ανθρώπου που έφερε “τη σωματική ταύτιση με έναν ανθρώπινο πολιτισμό”, όπως μας είπε ο Δήμος Αβδελιώδης σε μια συνομιλία που είχαμε μαζί του προχτές. Ο Αβδελιώδης είναι βέβαιος ότι “ο Βέγγος θα μείνει, γιατί δεν πρεσβεύει την κακομοιριά, αλλά έναν πολιτισμό του αναγκαίου, πέρα απ’ όσα μας πούλησαν οι εξυπνάκηδες και οι μέτριοι”. Από αυτόν τον άνθρωπο, που δεν προερχόταν ούτε από το θέατρο ή την επιθεώρηση αλλά έμοιαζε να έχει γεννηθεί κατευθείαν για να παίξει στον κινηματογράφο, δεν θυμάσαι ιστορία, αφήγηση από τις ταινίες του, αλλά χειρονομίες ζωής, εκφράσεις, ατάκες, σπαράγματα ενός ανεπανάληπτου ρεσιτάλ, που επανέρχεται στη μνήμη σαν μια αδιάκοπη γιορτή…
Είναι ο Βέγγος ο Νεοέλληνας Καραγκιόζης; “Ο Καραγκιόζης έχει πολλά πρόσωπα”, λέει ο Αβδελιώδης, “τα πρόσωπα του συγγραφέα, άλλοι είναι χυδαίοι, απατεώνες, πρόστυχοι, και άλλοι είναι άγγελοι, όπως του Μόλλα, που ο Καραγκιόζης του είναι ένας χαρακτήρας που προσπαθεί να επιβιώσει, ή του Σπαθάρη, που βγάζει μια παιδική αθωότητα. Κατά τη γνώμη μου ο Βέγγος πλησιάζει πιο πολύ τον Καραγκιόζη του Μόλλα, και τον υπερβαίνει βέβαια, αυτή η θεία καλοσύνη του Βέγγου μοιάζει με την αντίληψη της Αντιγόνης που λέει «γεννήθηκα για ν’ αγαπώ».
Ο Βέγγος δεν ήταν εύκολος άνθρωπος, παρά την εντύπωση που έχει δημιουργηθεί, ήταν αυστηρός και επίμονος, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορούσε τη δουλειά του. Ο “αυτοσχεδιασμός” του ήταν αποτέλεσμα σκληρής δουλειάς, ήταν “η υπέρβαση μιας πολύ αυστηρής δομής”.
Ο Γιώργος Σαββίδης είναι ο πρώτος που επισημαίνει το μεγάλο ταλέντο του Θανάση Βέγγου, το 1962 στο «Βήμα», στην κριτική του για το «Ψηλά τα χέρια Χίτλερ» του Ροβήρου Μανθούλη: «Το «Ψηλά τα χέρια Χίτλερ» δεν είναι μόνον η καλύτερη ελληνική ταινία που μπόρεσε να γίνει ως σήμερα για την Κατοχή, αλλά και η πρώτη ολοκληρωμένη χρησιμοποίηση του μεγαλύτερου κωμικού ταλέντου της ελληνικής οθόνης, του κ. Θανάση Βέγγου…, του οποίου αναδεικνύονται θαυμαστά όλες οι μεγάλες αρετές, θέρμη, ακρίβεια, ευφυία, φαντασία».
Βήμα-βήμα ο Θανάσης Βέγγος δημιούργησε τον «δικό του» χαρακτήρα, μέσα από ρόλους πλασιέ, σερβιτόρου, μικροκομπιναδόρου, άκακου καταφερτζή, του ανθρώπου που μονίμως τρέχει για να γλυτώσει, μια κινηματογραφική περσόνα που απογειώθηκε εντελώς στις δικές του παραγωγές και σκηνοθεσίες, όταν το 1964 ιδρύει την εταιρεία του «ΘΒ – Ταινίες γέλιου». Μέσα σε λίγα χρόνια, όμως, και παρά την εμπορική επιτυχία ταινιών όπως «Θου-Βου, φαλακρός πράκτωρ, επιχείρησις Γης Μαδιάμ», «Ποιος Θανάσης» κ.ά. θα οδηγηθεί στην οικονομική καταστροφή. Με χρέος 4.000.000 δραχμές, ιλιγγιώδες ποσό για την εποχή εκείνη, θα αναγκαστεί να εκχωρήσει τις ταινίες του στον Φίνο και θα ξεχρεώνει από τότε και για πολλά χρόνια τη δημιουργική του «τρέλα», από την οποία κέρδιζαν όλοι οι άλλοι εκτός από τον ίδιο. “Όταν ξεβίδωνα την πινακίδα της εταιρείας, για να παραδώσω τα γραφεία, αισθανόμουν ότι ξεβίδωνα τα όνειρά μου”, θα πει αργότερα. Μένει όμως το έργο του, σαν αξεπέραστο μνημείο του πιο απολαυστικού κινηματογραφικού σουρεαλισμού…
ΚΩΣΤΑΣ ΤΕΡΖΗΣ

Σχολιάστε

Filed under θέματα